Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 22 Σεπτεμβρίου ενέκρινε συνολική επανεξέταση των κανόνων που διέπουν την ιδιωτική ασφάλιση με απώτερο στόχο την αύξηση των μακροπρόθεσμων επενδύσεων για την ανάκαμψη της Ευρώπης από την πανδημία της COVID-19.
Πέντε χρόνια μετά την υιοθέτηση της, η Οδηγία Solvency II αδιαμφισβήτητα αποτελεί ένα από τα πιο εξειδικευμένα κανονιστικά πλαίσια στον κόσμο που έχουν σαν βάση τη διαχείριση κινδύνων. Η μέχρι τώρα εμπειρία, σε συνδυασμό με τις ιδιάζουσες συνθήκες που επέφερε η πανδημία στην ασφαλιστική βιομηχανία , απέδειξε πως το κανονιστικό πλαίσιο υπήρξε ιδιαιτέρως ανθεκτικό στην μεταβλητότητα των πρωτοφανών συνθηκών που επικρατήσαν αλλά και ιδιαιτέρως ωφέλιμο ως προς την επιχειρησιακή οργάνωση των εταιριών και στον συντονισμό των εποπτικών αρχών ανά την Ευρώπη. Γιατί λοιπόν χρειάζεται να αναθεωρηθεί ;
Η απάντηση στο ερώτημα, παραπέμπει στους προβληματισμούς της ασφαλιστικής βιομηχανίας όπως αυτοί είχαν διατυπωθεί πολύ πριν την εφαρμογή του νέου πλαισίου.Το 2016 πολλές φωνές στον κλάδο αναφέρονταν ότι το Solvency II θα οδηγούσε στη δημιουργία ιδιαιτέρως αυξημένων λειτουργικών απαιτήσεων που θα οδηγούσαν σε αχρείαστη αύξηση του λειτουργικού κόστους, ενώ υπήρχαν αυξημένες ανησυχίες για τον περιορισμό των διαθέσιμων ασφαλιστικών προϊόντων - ιδιαιτέρως αυτών με μακροχρόνια διάρκεια ή / και επενδυτικό σκέλος – λόγω των σοβαρών κεφαλαιακών επιβαρύνσεων που επέφεραν στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Συνεπώς, στην πάροδο των ετών διαπιστώθηκε και στην πράξη ότι η Οδηγία Solvency II χρειάζεται μια ουσιαστική αναπροσαρμογή στις παραμέτρους κατά τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας έτσι ώστε να αποφευχθούν υψηλές κεφαλαιακές απαιτήσεις που δεν είναι αναγκαίες και να περιοριστεί η μεταβλητότητα , ειδικά στις μακροχρόνιες εργασίες.
Παράλληλα, η εμπειρία ανέδειξε την ανάγκη συγκράτησης του λειτουργικού κόστους προ συνδέεται με το κανονιστικό πλαίσιο προκειμένου να μην επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή ή να του στερεί εν τέλει ωφέλιμα ασφαλιστικά προϊόντα τα οποία είτε φέρουν εγγυήσεις είτε επενδυτικές αποδόσεις.
Η Insurance Europe , στις θέσεις που υιοθέτησε αναφορικά με την αναθεώρηση του πλαισίου Solvency II, ζητά μεταξύ άλλων να γίνουν οι κατάλληλες τροποποιήσεις προκειμένου :
- H αποτίμηση των υποχρεώσεων να γίνει πιο ακριβής μέσω της αναθεώρησης της Προσαρμογής Μεταβλητότητας (Volatility Adjustment) αλλά και του Περιθωρίου Κινδύνου (Risk Margin), με την παράλληλη διατήρηση της μεθοδολογίας που αφορά στην παρέκταση (extrapolation) και στην Προσαρμογή Αντιστοίχισης (Matching Adjustment).
- Ο υπολογισμός του Απαιτούμενου Κεφαλαίου Φερεγγυότητας μέσω της τυποποιημένης προσέγγισης να γίνει επίσης πιο ακριβής.
- Να αυξηθεί η δυνατότητα των ασφαλιστικών εταιριών να επενδύουν ή / και να αναλαμβάνουν κινδύνους προκειμένου να διατηρήσουν τον ρόλο τους ως πάροχοι μακροχρόνιων προγραμμάτων αποταμίευσης / σύνταξης στηρίζοντας έτσι τους ευρωπαίους πολίτες και ενισχύοντας τους κρατικούς προϋπολογισμούς στον τομέα των επενδύσεων / αποταμιεύσεων.
- Να απλοποιηθεί και να βελτιστοποιηθεί η διαδικασία της εποπτικής αναφοράς
Μια άλλη βασική παράμετρος που χρειάζεται αναθεώρηση σύμφωνα με την Insurance Europe αφορά στη λειτουργική επιβάρυνση των ασφαλιστικών εταιριών που μπορεί να βελτιωθεί μόνο με την περαιτέρω διευκρίνιση του «θεωρητικού εργαλείου» της Αρχής της Αναλογικότητας.
Στην παρούσα φάση , σε όλη την Ευρώπη, είναι ελάχιστες οι εταιρίες που αναφέρουν λειτουργικές ελαφρύνσεις οι οποίες προέκυψαν ως αποτέλεσμα μερικής εφαρμογής της Αρχής της Αναλογικότητας από τον εθνικό επόπτη. Παρ’ όλο που εντός του κανονιστικού πλαισίου συναντάται σε αρκετές περιπτώσεις η αξιολόγηση της «κλίμακας, της φύσης και της πολυπλοκότητας των εργασιών» η οποία υποδηλώνει την ευχέρεια χρήσης της Αρχής της Αναλογικότητας κατά την άσκηση εποπτείας, οι κατά τόπους επόπτες αποφεύγουν να κάνουν χρήση της με το επιχείρημα ότι στερούνται νομικής βάσης προκειμένου να παρεκκλίνουν ή να παραιτηθούν από μια συγκεκριμένη κανονιστική απαίτηση. Ως πρόκληση κατά την αναθεώρηση της Οδηγίας παραμένει η υιοθέτηση πρακτικών εργαλείων που θα ενισχύσουν την εφαρμογή της Αρχής της Αναλογικότητας και στην πράξη όπου είναι επιτρεπτό από το πλαίσιο.
Επιπρόσθετα και με δεδομένο ότι υφίστανται 95 πρότυπα αναφοράς που σχετίζονται με το Solvency II προκειμένου να συμπληρωθούν οι απαιτούμενες αναφορές τόσο για το κοινό όσο και για τους εποπτικούς φορείς, είναι αυτονόητο ότι η επιβάρυνση για τις ασφαλιστικές εταιρίες είναι μεγάλη. Συνεπώς, κατά την αναθεώρηση του πλαισίου η Insurance Europe εισηγείται την ουσιαστική μείωση της έκτασης των τριμηνιαίων αναφορών και την χρήση της Αρχής της Αναλογικότητας όχι μόνο κατά την εφαρμογή των ποιοτικών και ποσοτικών απαιτήσεων του πλαισίου αλλά και στους τομείς της εποπτικής αναφοράς και της διαφάνειας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής , η αναθεώρηση του πλαισίου θα «συμπληρώσει τα κενά» στην νομοθεσία προκειμένου να καταστίσει την ιδιωτική ασφάλιση πιο ανθεκτική σε μελλοντικές κρίσεις και να προστατεύσει περαιτέρω τους ασφαλισμένους. Στόχος είναι οι Ευρωπαίοι ασφαλιστές και αντασφαλιστές να είναι πλέον πολύ καλύτερα εφοδιασμένοι για να αναλαμβάνουν κινδύνους και να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τις επενδύσεις.
Το πακέτο αναθεώρησης δεν θα αποτελέσει πλήρη αναθεώρηση των ισχυόντων κανόνων, αλλά θα πραγματοποιήσει στοχευμένες προσαρμογές στα σημεία που προαναφέρθηκαν.
Τα τελικά κείμενα του αναθεωρημένου πλαισίου θα τεθούν υπόψη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προκειμένου να οριστικοποιηθούν μετά τις προτάσεις και της Κομισιόν, και να ψηφιστούν από τα Εθνικά Κοινοβούλια.